Ποντιακές λέξεις από Ποντιακούς στίχους τραγουδιών με αρχαιοελληνική προέλευση – Της Δέσποινας Μιχαηλίδου Καπλάνογλου



Της Δέσποινας Μιχαηλίδου -Καπλάνογλου:

Η επιλογή των λέξεων της Ποντιακής διαλέκτου προέρχονται από Ποντιακούς στίχους τραγουδιών

ΠΟΝΤΙΑΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ

Τσ’ αστράφτει σην Ανατολήν να βρίεται σην Δύσιν

Σον θον έσουν ναι μαύροι μου τς ‘ έφταν και κοντοφτι

Κανείς κι’αλάλεσεν κάνεις κ’επελογήθεν

και το γιαγούζιντ’αλογον λαλει και απολογαται

Ασα κρυφοταισματα σ’εφτανω ,κονταφτανω

Απάν’σ’ατό ελάγγεψεν εχπάσεν κι εχ’ και πάει

Βουτσοκοπά τον μαύρον ατ,να φταν’και κοντοφτάνει

Ακρίτας ιμ’πριν να προφταν’,η κορ’ερθεν και εδεβεν

Ουτζόπουλα επέντεσεν απάν΄σο σταυροδρόμιν

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΙΑΛΕΚΤΟΣ

Όποιος αστράφτει στην Ανατολή να βρίσκεται στην Δύση

Στον Θεό σας ναι μαύροι μου ποιος φτάνει και πλησιάζει

κανένας δεν μίλησε κανένας δεν απολογήθηκε

και το μαύρο άλογο μιλάει και αποκρίνεται

από τα κρυφοταϊσματα σου φτάνω, κοντεύω να φτάσω

επάνω σ΄΄ αυτό πήδηξε ξεκίνησε και πάει

Μαστιγώνει το μαύρο άλογο του να φτάσει και φτάνει κοντά

Ο Ακρίτας μου πριν προφτάσει, η κοπέλα ήρθε και πέρασε

πετούμενα πουλιά συνάντησε επάνω στο σταυροδρόμι.

ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ ΠΟΝΤΙΑΚΩΝ ΛΕΞΕΩΝ

1.Βρίεται ,βρίγωμα, 2.Θον -Θος, 3.Κρυφοταίσματα., 4.Κοντόφτει . 5 .Εχπάσεν 6.Βουτσοκοπά.

1.Βρίεται ,βρίγωμαι.

Προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις : Εύρηκα

Ετυμολογία : Εύρηκα αρχ παρακείμενος του Ευρίσκω

Στην νεοελληνική αποδίδεται: Βρίσκεται , βρίσκω,υπάρχω,εγγίζω.

Σύνθετη ή συγγενής λέξεις. Από την εποχή του Ομήρου έως την κλασικη εποχή συνατουμαι τις λέξεις: Ουσιαστικά, εὕρημα, εὕρεσις, εὑρησιλογία, εὑρετής

.Ρήματα: ἀνευρίσκω, ἐξευρίσκω, ἐφευρίσκω, παρευρίσκω, συνευρίσκω, εὑρησιλογέω-ῶ

Επίθετα: εὑρετός, εὑρησιεπής, εὑρησίλογος

 

2.Θον -Θος

Προέρχεται από τις αρχαιοελληνική λέξη :.Θέειν , θο-ός (Πλάτων )

Ετυμολογία Η πλειοψηφία των γλωσσολόγων θεωρεί πως σήμερα η λέξη προέρχεται από την από την ινδοευρωπαϊκή ομογλωσσία και έχει σχέση προς την σανσκριτική λέξη deva ή dyaus, προς το λατινικό deus ακόμα και το Ελληνικό Δευς ή Ζευς

Κατά τον Πλατωνα : Η λέξη θεός παράγεται από το ρήμ. θέειν = τρέχει < θο-ός = ταχύς, (δηλώνει ενέργεια, πρώτοι θεοί για τους αρχαίους ανθρώπους ήταν ο Ήλιος και η Σελήνη και τα λοιπά ουράνια σώματα που «διέτρεχαν» το διάστημα. )

Βοιωτική διάλεκτος :Θιός ή σιός, Δωρική;Θιός ή σιός,

Στην νεοελληνική αποδίδεται: Θεός

Σύνθετη ή συγγενής λέξη : Θεϊκός, Θεοκρατικό ,Θεογενής

 

3.Κρυφοταίσματα

Προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις : Κρυφά +ταγίζω ή τάσσω

Ετυμολογία : Επίρρημα :Κρυφά < κρυφά < κρυφός + -ά

Ταγίζω = (λαϊκότροπο) άλλη μορφή του ταΐζω

ταγίζω < μεσαιωνική ελληνική ταγίζω < (ελληνιστική κοινή) ταγή < αρχαία ελληνική τάσσω < ινδοευρωπαϊκή ρίζα *taǵ-

Στην νεοελληνική αποδίδεται: Ταΐζω κρυφά

Σύνθετη ή συγγενής λέξη : καλοταΐζω καλοταϊσμένος τάισμα ταϊσμένος ταΐστρα

ταγός τάγμα ταγμένος τάσσομαι τεταγμένη

 

4.Κοντόφτι – κονταφτάνω

Προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις : Κοντά (επιρ. ) + φτάνω (ρήμα)

Ετυμολογία Κουν τα ή Κοντά <κοντά < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική κοντά < μεσαιωνική ελληνική κοντός κοντός < ελληνιστική κοινή κοντός (παρόμοια σημασία) < αρχαία ελληνική κοντός (κοντάρι)

Φτάνω : φτάνω < αρχαία ελληνική φθάνω < φθάνω < θέμα φθη- και φθα- + πρόσφυμα -ν- + ϝω

Στην νεοελληνική αποδίδεται: Κοντοφτάνω ,πλησιάζω,κοντεύω να φθάσω

Σύνθετη ή συγγενής λέξη : Κοντακέα=κτύπημα με το υποκόπανο του όπλου

κοντοκιαζω=σπαργανώνω , κοντουρεύω= φιλοξενώ

φτασμένος

 

5 .Εχπάσεν -αχπαράζω

Αρχαιοελληνική προέλευση : Εκσπώ , εκσπαρράτω

Ετυμολογία: Απο ρήμα εκσπαρράτω

σπάω < αρχαία ελληνική σπάω / σπῶ … σπάω, συνηρημένο: σπῶ · βγάζω (π.χ. το ξίφος από τη θήκη του), τραβώ, αποσπώ · προχωρώ

Αχπάνω, ρ.: βγάζω, ξεριζώνω

Απόδοση στα νέα Ελληνικά: Προκαλώ αιφνίδιο τρόμο ,φόβο ,ξεριζώνω, μαδώ, έλκω προς τα έξω, Αποσπώ.

.Σύνθετη ή συγγενής λέξη : Αχπάραγμαν = ξαφνιάστηκα ,τρόμαξα

Εχπάστα=ξεκινώ.

Αχπαραστός=εκείνον που δεν μπορεί να εκπλήξει κανείς

 

6.Βουτσοκοπά -Βιτζοκοπώ

Προέρχεται από τις αρχαιοελληνικές λέξεις : Βίτσα+κοπώ

Ετυμολογία : Βίτζα εκ του λατιν. Vitis (Vitis vinifera =επιστ ονομασία αμπέλου) =ευθύς βίτσα < μεσαιωνική ελληνική βίτσα < λατιν. Vitea (βέργα ,λεπτό ραβδί,

μαστίγιο.

– Κοπώ κατάληξη -κοπώ < από το αρχαίο κόπτω

κόπτω < αρχαία ελληνική κόπτω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *kop- (χτυπώ, πελεκώ)

Στην νεοελληνική αποδίδεται: Πλήττω με βίτσα ή μαστίγιο . Μαστιγώνω

Σύνθετη ή συγγενής λέξη : Βίτσα, βιτζέα (κτύπημα με βίτσα,) Βιτζώνω (μαστίγωμα της θάλασσας) , αλογόβιτσα βιτσιά βιτσίζω

Ένα σχόλιο στο άρθρο “Ποντιακές λέξεις από Ποντιακούς στίχους τραγουδιών με αρχαιοελληνική προέλευση – Της Δέσποινας Μιχαηλίδου Καπλάνογλου

Σχολιάστε

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.