Ένα βήμα μπρος, Δύο βήματα Πίσω – Γράφει ο Αντώνης Σιαμπανόπουλος



 

Διαβάζουμε στον τοπικό τύπο, “Ζωντανεύει ο ΑΗΣ Καρδιάς. Όχι, όμως, ως λιγνιτική μονάδα. Η ΔΕΗ έχει στα σκαριά ένα τριπλό επενδυτικό σχέδιο για την αξιοποίηση των εγκαταστάσεων του σταθμού, το οποίο εξασφάλισε την προηγούμενη εβδομάδα πράσινο φως από την αρμόδια περιβαλλοντική διεύθυνση του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας.”

Το σχέδιο αυτό εκτός των άλλων προβλέπει:
Την κατασκευή μονάδας Συμπαραγωγής Ηλεκτρισμού και Θερμότητας Υψηλής Απόδοσης (ΣΗΘΥΑ), εγκατεστημένης ισχύος 105,34 MWe και θερμικής ισχύος τουλάχιστον 65 MWe. Στόχος της μονάδας είναι να εξυπηρετεί τις ανάγκες τηλεθέρμανσης στην Κοζάνη, την Πτολεμαΐδα και το Αμύνταιο. Για τον σκοπό αυτό θα εγκατασταθούν 9 ηλεκτροπαραγωγά ζεύγη που θα λειτουργούν με καύσιμο φυσικό αέριο, ενώ θα υπάρχουν και βοηθητικοί ηλεκτρολέβητες και λέβητες φυσικού αερίου. Προϋπόθεση να λειτουργήσει η μονάδα είναι να συσταθεί Διαδημοτική Επιχείρηση από τους δήμους των τριών πόλεων, που θα αναλάβουν την κατασκευή των δικτύων μεταφοράς του αερίου και φυσικά να έρθει και το αέριο στη Δυτική Μακεδονία.

Αν αληθεύουν τα δημοσιεύματα πρόκειται κατά τη γνώμη μου για μια ακόμη λάθος επιλογή για την περιοχή και τους κατοίκους της. Νομίζουμε ότι πάμε ένα βήμα μπροστά αλλά στην ουσία πάμε δυο βήματα πίσω.  Επιλέγουμε ως στρατηγικό καύσιμο για τη θέρμανση των κατοίκων τις επόμενες δεκαετίες το Φυσικό Αέριο τη στιγμή που η Ευρώπη και όλος ο Δυτικός κόσμος προσπαθεί να απεξαρτηθεί από αυτό.  Πέραν του μεγάλου κόστους των επενδύσεων που απαιτούνται για τη μετατροπή του ΑΗΣ Καρδιάς σε Μονάδα ΣΗΘΥΑ, μαζί με την κατασκευή νέων δικτύων μεταφοράς και την αντικατάσταση του ήδη πεπαλαιωμένου δικτύου εντος των πόλεων, θα συνεχίσουμε να εξαρτόμαστε και πάλι από ένα όχι και τόσο «καθαρό» καύσιμο, εισαγόμενο 100% και μάλιστα από χώρες που δεν μπορούμε να νοιώθουμε σιγουριά και ασφάλεια, με όλες τις πιθανές επιπτώσεις από μια τέτοιου είδους εξάρτηση.
Τη στιγμή μάλιστα που η τεχνολογία των ΑΠΕ έχει προχωρήσει σε σημαντικό βαθμό και η διείσδυση τους στην περιοχή μας, μέσα από τεράστιες ιδιωτικές επενδύσεις, βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη, είναι τεράστιο λάθος, αν όχι  επιλογή εξυπηρέτησης συμφερόντων, να επενδύουμε σε ξεπερασμένες μορφές ενέργειας. Το μέλλον ανήκει στις ΑΠΕ και το θέμα της θέρμανσης των σπιτιών μας  πλέον  πρέπει να αξιοποιεί τη φθηνή ηλεκτρική ενέργεια που θα παράγεται από αυτές.
Έχουμε τονίσει επανηλλειμένα την ανάγκη ανάπτυξης των ΑΠΕ στη Δυτική Μακεδονία με τη ενεργό συμμέτοχη της Τοπικής Κοινωνίας. Μια από τις επιλογές που οφείλουμε να δρομολογήσουμε, μετά το κλείσιμο των ΑΗΣ και την επικείμενη απειλή   για το έργο της τηλεθερμανσης, θα ήταν μια ποιο σύγχρονη λύση δλδ η προοδευτική αντικατάσταση της,  από ένα οργανωμένο σχέδιο τοποθέτησης αντλιών θερμότητας σε όλες τις κατοικίες με αξιοποίηση ηλεκτρικής ενέργειας, που θα παράγεται από ΑΠΕ. Αυτό θα μπορούσε πολύ εύκολα να υλοποιηθεί μέσα από Δημοτικές Ενεργειακές Κοινότητες με τη συμμετοχή χιλιάδων κατοίκων, που θα κατασκευάσουν το δικό τους φωτοβολταϊκό σταθμό και με τη μέθοδο του εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού (virtual net metering)  μπορούν να συμψηφίζουν την ενέργεια που θα καταναλώνουν για τη θέρμανση των σπιτιών τους.
Ας να αναφερθούμε σε ένα παράδειγμα.
Υποθέτουμε ότι η πόλη της Κοζάνης διαθέτει 20.000 κατοικίες προς θέρμανση . Με ένα μέσο όρο ετήσιας  κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας με χρήση αντλίας θερμότητας τις 10.000 kwh  προκύπτουν τα παρακάτω αποτελέσματα.

Κατοικίες 20.000
ΜΟ Ετήσιας κατανάλωσης 10.000 Kwh
Σύνολο Ετήσιας Παραγωγής 200.000 MWH
Αναλογία σε εγκ/νη Ισχύ 135 MW
Κόστος κατασκευής /Μw 500.000 Ευρώ
Συνολικό κόστος 67.500.000 Ευρώ

Με λίγα λόγια με ένα Φωτοβολταϊκό  Σταθμό Ισχύος 135MW συνολικού κόστους  67.500.000 Ευρώ μπορούμε να καλύψουμε τις  ετήσιες ενεργειακές ανάγκες (Ηλεκτρικό, θέρμανση , ψύξη) για ολόκληρη την πόλη της Κοζάνης  με τη μέθοδο του εικονικού ενεργειακού συμψηφισμού (virtual met metering). Κατ αναλογία  θα μπορούσαν να καλυφτούν και οι υπόλοιπες μεγάλες πόλεις της περιοχής  (Πτολεμαΐδα, Αμύνταιο, Φλώρινα κλπ).
Σε συνδυασμό δε με ένα πρόγραμμα εγκατάστασης φωτοβολταικών στις στέγες των σπιτιών στα χωριά , σταδιακά θα μπορούσαν να καλυφθούν οι ανάγκες για όλους τους κατοίκους της περιοχής με άφθονη, φθηνή και καθαρή ενέργεια. Το δε κόστος εγκατάστασης αντλίας θερμότητας θα μπορούσε να καλυφθεί  κατά ένα μέρος από ένα πρόγραμμα τύπου «εξοικονομώ» και το υπόλοιπο με ίδια συμμετοχή,   η απόσβεση της οποίας, μπορεί να γίνει  σε τρία με τεσσάρα χρόνια.
Μέσα από ένα  τέτοιο πρόγραμμα μαζικής εγκατάστασης αντλιών θερμότητας  σε όλες τις κατοικίες θα  μπορούσαμε επιπλέον να προσελκύσουμε στην περιοχή επενδύσεις για τη εγκατάσταση μονάδας  παραγωγής αυτών των τεχνολογιών, που θα αποτελούσε και τη μαγιά για την επέκταση της συγκεκριμένης τεχνολογίας και στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Σε κάθε περίπτωση μια τέτοια επιλογή φαντάζει πολύ πιο οικονομική σε σχέση με τη μετατροπή του ΑΗΣ σε μονάδα ΣΥΘΗΑ συμπεριλαμβανομένων των έργων υποδομής που απαιτούνται (δίκτυα μεταφοράς εντος και εκτός των πόλεων).  Αξιοποιεί τη  δωρεάν ανανεώσιμη πηγή ενέργειας  (ήλιος), σε σχέση με το εισαγόμενο ακριβό φυσικό αέριο και εξασφαλίζει μηδενική περιβαλλοντική επιβάρυνση σε μια  βεβαρημένη κατά το παρελθόν από την καύση του λιγνίτη περιοχή
Τέτοια πρωτοποριακά  έργα, που  δίνουν άλλη προοπτική, και αποτελούν πρότυπο  για όλη τη χώρα,  οφείλουμε να διεκδικήσουμε και να  δρομολογήσουμε  στην  περιοχή, την ώρα που μετράει τις πληγές της από τη διαδικασία της απολιγνιτοποίησης.

Αντώνης Σιαμπανόπουλος
Οικονομολόγου – Μέλος ΔΣ της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συλλόγων Παραγωγών Ηλ. Ενεργ. από Φωτοβολταικά
.

Σχολιάστε

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.