Δημιουργική Γραφή «Έκφρασις»: Γράφω για τα Χριστούγεννα… Τα παιδιά γράφουν ποιήματα, γράμματα και παραμύθια



Τα παιδιά γράφουν ποιήματα, γράμματα και παραμύθια 

Αυτά τα Χριστούγεννα δημιουργούμε γράφοντας! Τα παιδιά των τμημάτων Δημιουργικής Γραφής του κέντρου παραγωγής γραπτού λόγου «Έκφρασις» εμπνέονται από το κλίμα των γιορτών και γράφουν τις ωραιότερες ιστορίες τους! Ποιήματα, παραμύθια, γράμματα στον Άγιο Βασίλη… Τα παιδιά γίνονται ποιητές, συγγραφείς, παραμυθάδες και μας μεταφέρουν στον υπέροχο κόσμο της παιδικής φαντασίας και ευαισθησίας… Στην σημερινή δημοσίευση συμμετέχουν οι μαθητές: Θανάσης Γκουργκούτας, Βασιλική Προδρομίδου, Βαγγέλης Χρυσούλας, Ηλέκτρα Χρυσούλα. 

 

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΜΑΓΟΙ

του Θανάση Γκουργκούτα

Το αστέρι το λαμπρό

φέγγει ψηλά στον ουρανό.

Οι τρεις μάγοι το ακολουθούν

τον Χριστούλη για να βρουν.

Οι τρεις μάγοι φτάνουν με τα δώρα 

χρυσό, σμύρνα και λιβάνι

 για να τα αφήσουνε στη φάτνη.

Τα Χριστούγεννα οι χριστιανοί 

πάνε στην εκκλησία το πρωί 

κάτι που φέτος δεν θα συμβεί

γιατί έχει κορωνοϊό όλη η γη.

Του χρόνου, όμως, τα παιδιά

 θα βγούμε όλα στη γειτονιά

να πούμε τα κάλαντα ξανά!

 

«Ο ΚΟΡΩΝΟΪΚΟΣ ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗΣ»

της Βασιλικής Προδρομίδου

     Χριστούγεννα του 2020… Ο Αϊ-Βασίλης με τους βοηθούς του ετοίμαζαν τα δώρα των παιδιών στο εργαστήριο τους, στη Φινλανδία. Τα ξωτικά δούλευαν μέρα νύχτα για να τα προλάβουν όλα. Να φτιάξουν τα παιχνίδια, να εκτυπώσουν τα βιβλία, να διαβάσουν τα γράμματα και να τυλίξουν τα δώρα. Κάποια ξωτικά, όμως, έφτιαξαν χριστουγεννιάτικες μάσκες για να τις χαρίσουν στα παιδιά, για να προστατευτούν από ένα αόρατο μικρόβιο, τον κορωνοϊό. Έφτιαξαν μάσκες με ελαφάκι, με δεντράκια, μάσκες με αστεράκια και μάσκες με Αϊ-Βασίληδες. Όταν ήταν όλα έτοιμα, την παραμονή των Χριστουγέννων, ο Αϊ-Βασίλης φόρεσε την κόκκινη μάσκα του, έστειλε μήνυμα για τις μετακινήσεις και ξεκίνησε το ταξίδι του. Πέρασε από πολλές χώρες, ώσπου έφτασε και στην Ελλάδα.

          Μοίρασε τα δώρα σε όλα τα παιδιά και κρέμασε τις μάσκες στα κλαδιά των δέντρων μαζί με ένα γράμμα. Τους ζήτησε να φοράνε συνέχεια τη μάσκα, να πλένουν τα χέρια τους και να τηρούν τις αποστάσεις. Τα παιδιά ήταν τόσο χαρούμενα από την έκπληξη του Αϊ-Βασίλη, που δεν έδωσαν καθόλου σημασία στα δώρα τους. Φορούσαν τις μάσκες τους, τηρούσαν τους κανόνες υγιεινής και τις αποστάσεις. Έτσι, κατάφεραν να εξαφανίσουν τον κορωνοϊό και να επιστρέψουν στα σχολεία μετά τις γιορτές.

         Ο Αϊ-Βασίλης ήταν πολύ χαρούμενος που βοήθησε κι αυτός με τον τρόπο του να σταματήσει η πανδημία και τα παιδιά να γίνουν πάλι ευτυχισμένα!

Η ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΓΙΟΡΤΩΝ

του Βαγγέλη Χρυσούλα

       Έφτασε Δεκέμβριος. Παντού σε όλο τον κόσμο θα δεις πόλεις στολισμένες, βιτρίνες φωτισμένες, μπαλκόνια γεμάτα στολίδια. Παντού εκτός από…

       Πέρασαν ήδη τριάντα χρόνια από τότε που ο Μασούρας, ο βασιλιάς της Περαχώρας,  αποφάσισε να καταργήσει τα Χριστούγεννα και κάθε γιορτή σχετικά με αυτά. Πίστευε πως το να ξοδεύεις χρήματα για δώρα και να δίνεις κεράσματα στα παιδιά που λένε τα κάλαντα, δεν είχε νόημα. Έτσι, σιγά σιγά, ο κόσμος είχε σταματήσει να ασχολείται με αυτή τη γιορτή. Μια μέρα, όμως, σε μια παιδική χαρά της Περαχώρας, μια παρέα μικρών παιδιών είχαν πιάσει συζήτηση…

-Ξέρετε τι μου είπε ο παππούς μου χθες; είπε ο Τάσος.

-Τι σου είπε; ρώτησε ο Βαγγέλης.

-Μου είπε ότι στα παλιά χρόνια τα σχολεία έκλειναν δύο εβδομάδες, τα παιδιά έλεγαν κάλαντα, έπαιρναν δώρα και όλοι γιόρταζαν τον ερχομό του νέου έτους.

-Μακάρι να μπορούσαμε να τα κάνουμε κι εμείς, είπε η Ηλέκτρα.

-Έχω μια ιδέα! είπε η Γεωργία.

-Τι; ρώτησαν ο Οδυσσέας και η Δανάη.

-Να ρωτήσουμε τον παππού του Τάσου πώς είναι τα κάλαντα.

-Ωραία ιδέα! είπε η Αγαθή.

Όλοι μαζί αποφάσισαν να πάνε στον παππού του Τάσου να μάθουν λεπτομέρειες.

Βρήκαν τον κυρ Αναστάση να παίζει τάβλι με τον φίλο του από το σχολείο, τον κυρ Νικόλα. Τους εξηγούν τι θέλουν να κάνουν. Ο παππούς του Τάσου ήταν λίγο διστακτικός, αλλά ο φίλος του τού θυμίζει πόσο ανυπομονούσαν να ’ρθουν οι γιορτές, να πουν τα κάλαντα και τους ζητά, στο πρώτο σπίτι που θα πάνε, να ’ναι το δικό του.

Οι μέρες περνάνε γρήγορα, η 24η Δεκεμβρίου ξημερώνει. Τα παιδιά είναι έξω από το σπίτι του παππού του Τάσου και χτυπάνε το κουδούνι. Η πόρτα ανοίγει και τα παιδιά βλέπουν τον παππού Αναστάση και όλους τους τούς φίλους.

-Να τα πούμε;

-Μισό λεπτό, λέει ο κυρ Κώστας και δίνει σε όλα τα παιδιά από ένα τρίγωνο.

-Τώρα είστε έτοιμοι.

Και τότε, μετά από τριάντα χρόνια, ακούστηκαν ξανά κάλαντα, ξανά στην Περαχώρα. Μετά, αυτό που ακολούθησε δεν το περίμενε κανείς. Από κάθε σπίτι που περνούσαν, κάθε παιδί που συναντούσαν ήθελε να πάει μαζί τους. Έτσι, η παρέα είχε γίνει τεράστια και σε κάθε γειτονιά ακούγονταν χαρούμενες φωνές, γέλια και ευχές. Μάλιστα, είδανε και χριστουγεννιάτικα λαμπάκια να ανάβουν.

Την ίδια ώρα, στο παλάτι, ο βασιλιάς Μασούρας είχε σύσκεψη με τον κύριο Τσίπη, τον Υπουργό Οικονομικών, σχετικά με τον προϋπολογισμό του νέου έτους.

-Πρέπει να γίνουν κι άλλες περικοπές, αν βγαίνουμε…

-Βέβαια, μεγαλειότατε, έχετε κάτι να προτείνετε; 

– Να κοπεί το δώρο διακοπών, δεν είναι απαραίτητο.

-Έχετε δίκιο, εξαιρετική ιδέα.

Ξάφνου, ακούνε φωνές να έρχονται απ’ το παράθυρο. Αμέσως βγήκαν στο μπαλκόνι και τι να δουν, όλα τα παιδιά της πόλης να τραγουδούν τα κάλαντα στους φρουρούς, οι οποίοι τους ανοίγουν τις πόρτες και τα παιδιά βρίσκονται στο παλάτι. 

Ο Μασούρας έπαθε φρίκη και άρχισε να φωνάζει:

-Φύγετε, φύγετε από ’δω! Δεν θέλω ν’ ακούσω κάλαντα, τα μισώ!

Τότε, μέσα από το πλήθος των παιδιών, βγήκε ένα μικρό αγόρι και πλησίασε το βασιλιά. Άπλωσε το χέρι του, ακούμπησε τον Μασούρα και του είπε:

-Χρόνια πολλά, παππού.

Τι συνέβη μετά, δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία. Τα Χριστούγεννα επέστρεψαν στην Περαχώρα, μαζί με τα κάλαντα και τα δώρα.

Η παρέα επέστρεψε στο σπίτι του παππού Αναστάση αργά το απόγευμα και του διηγήθηκαν τι είχε συμβεί. Αυτός τους αγκάλιασε και τους ευχαρίστησε για όσα είχαν κάνει, που είχαν ξαναφέρει τα Χριστούγεννα στην Περαχώρα.

Φεύγοντας τα παιδιά για να γυρίσουν στο σπιτικό τους, ο Τάσος γύρισε και κοίταξε τον παππού του που στεκότανε στην εξώπορτα και του λέει:

-Παππού, ξέρεις τι είναι οι απόκριες…;

 

ΑΓΑΠΩ ΤΟΝ ΑΪ-ΒΑΣΙΛΗ

της Ηλέκτρας Χρυσούλα

     Στην πόλη «Χαρά» όλοι οι άνθρωποι ήταν καλόκαρδοι, φιλικοί, χαμογελαστοί, σεμνοί και φυσικά λάτρευαν τα Χριστούγεννα και τον Αϊ-Βασίλη. Περίμεναν πώς και πώς να έρθουν οι γιορτές και η πόλη στολιζόταν από αρχές Νοεμβρίου. 

     Κάτοικος αυτής της πόλης είναι ένα όμορφο επτάχρονο κορίτσι, η Έριδα. Είναι έξυπνη, αθλητική και θέλει πάντα να μιλούν γι’ αυτήν. Κάθε πρωί, για να πάει στο σχολείο, έβαζε τα ωραιότερα ρούχα και τη χτένιζε η μαμά της, που ήταν κομμώτρια. Παντού ήταν τέλεια και τη θαύμαζαν όλοι. Όμως, όταν έρχονταν τα Χριστούγεννα, η Έριδα ήταν πάντα λυπημένη. Ναι, λυπημένη! Γιατί τα Χριστούγεννα θέλουν όλοι τον Αϊ-Βασίλη! Ήταν 1η Νοεμβρίου, η Έριδα είχε λύσει ένα πολύ δύσκολο πρόβλημα στα μαθηματικά και εκεί που περίμενε να ακούσει «μπράβο», άκουσε τη δασκάλα να λέει: «Κοιτάξτε! Περνάει ο τεράστιος φουσκωτός Αϊ-Βασίλης, που θα τοποθετηθεί στην κεντρική πλατεία της πόλης».

     Η Έριδα γύρισε στο σπίτι νευριασμένη, δεν έφαγε και κλείστηκε στο δωμάτιό της. «Πάλι τα ίδια, όπως κάθε Χριστούγεννα. Όλοι μιλούν για αυτόν το γέρο με τα άσπρα γένια και τα κόκκινα ρούχα», είπε. Σκέφτηκε, σκέφτηκε και τελικά βρήκε ένα πανούργο σχέδιο για να καταστρέψει τον Αϊ-Βασίλη. Το βράδυ που θα κοιμόταν, όλοι πήρε ένα  σάκο με φαγητά και ξεκίνησε για τον Βόρειο Πόλο.

Το μακρύ ταξίδι για τον Βόρειο Πόλο είχε πολλά εμπόδια. Έχασε το παλτό της, σκίστηκε το σακίδιό της κι έχανε συνέχεια το δρόμο. Μετά από πολλές μέρες ταλαιπωρίας, τελικά στις 2 Δεκεμβρίου έφτασε στο σπίτι του Αϊ-Βασίλη. Το σχέδιο ήταν απλό, να ρίξει υπνωτικό στη ζεστή σοκολάτα με την πολύχρωμη τρούφα. Έτσι ο Αϊ-Βασίλης θα κοιμόταν βαριά, θα έχανε τα Χριστούγεννα και όλοι θα τον μισούσαν.

Κι εκεί που θα έριχνε το υπνωτικό, εμφανίζεται ο Αϊ-Βασίλης, δείχνοντάς της τη μαγική του χιονόμπαλα και λέγοντας: «Χάρη σε σένα δε με ζήτησε κανένας. Όλοι σε ψάχνουν, είσαι η πρώτη είδηση παντού». 

-Μα, πώς; αναρωτήθηκε η Έριδα.

-Από τότε που έφυγες, όλοι σε ψάχνουν και προσεύχονται να γυρίσεις. Σου έκανα τη χάρη, όλοι μιλούν για σένα!

Πριν ο Αϊ-Βασίλης γυρίσει την Έριδα στο σπίτι της, της έδειξε εικόνες από ανθρώπους που δεν έχουν φαγητό, σπίτι, οικογένεια και άλλους που περνούν τις γιορτές στο νοσοκομείο. 

Το πρωί των Χριστουγέννων, η Έριδα ξύπνησε στο κρεβάτι της. Από τότε δεν ζήτησε παιχνίδι από τον Αϊ-Βασίλη. Το μόνο που ζητούσε ήταν «συγγνώμη» για τη συμπεριφορά της και έλεγε ευχαριστώ για όλα τα καλά που είχε…

Σχολιάστε

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.