Έθιμα του Εορτολογίου των Χριστουγέννων Νέων Ψαθάδων Διδυμοτείχου – Της Λίτσας Γκάγκαλη – Μαρκοπούλου



Της Λίτσας Γκάγκαλη – Μαρκοπούλου:

Όταν οι μνήμες δε σβήνουν και οι ευχές είναι βαθιά εγχάρακτες στο μυαλό…..έρχονται στιγμές που αναπολείς με νοσταλγία εκείνες τις απλές , αγνές ,γεμάτες από αγάπη , ανθρωπιά και βίωμα εικόνες που συνεπαίρνουν το είναι ….

Η φτώχεια δεν εμπόδιζε την καρδιά και την ψυχή να ξεδιπλώσει το συναίσθημα , το χαμόγελο , τη χαρά ….που κυρίως εμείς τα παιδιά περιμέναμε με λαχτάρα , όχι το δώρο του Αι Βασίλη , αλλά να βιώσουμε το άγγιγμα της ψυχής μέσα από τα έθιμα των ημερών και να γευτούμε επιτέλους τα στερημένα αγαθά ( έστω και τα ελάχιστα )

Η τήρηση της παράδοσης δεν εξαιρούσε ούτε τα παιδιά αφού η νηστεία των Χριστουγέννων διαρκούσε 40 μέρες.

Σ΄ αυτές τις μέρες οι νοικοκυρές καθάριζαν τα ρούχα που θα φοριούνταν τα Χριστούγεννα καθώς και το σπίτι , επιδιόρθωναν το πάτωμα με μείγμα λίγης φρέσκιας κοπριάς και καμποχώματος προσθέτοντας μετά ασβέστη με μια πατσαβούρα ( πανιά ) ασβέστωναν όλους τους τοίχους. Επρεπε να είναι όλα έτοιμα στις 4 Δεκεμβρίου της Αγίας Βαρβάρας που τιμούσαν ιδιαίτερα και με ένα ομώνυμο φαγητό ( από σιτάρι , σταφίδες , καρύδια …) λέγοντας : « Βαρβάρα βαρβαρώνει , Σάββας σαβανώνει και, Νικόλας παραχώνει » μια κι οι τρείς αυτοί Αγιοι γιορτάζουν κοντά . Η « Αγία Βαρβάρα μίλησε κι ο Σάββας αποκρίθιη , μαζέψτε ξύλα κι άχυρα και πάτε και στο μύλο γιατί θε να’ ρθει ο χιονιάς και θα πλακώσει κρύο »’. Οι επόμενες μέρες κυλούσαν ήρεμα και με τις καθημερινές εργασίες που δεν ήταν λίγες για γεωργοκτηνοτροφικές οικογένειες με τη συμμετοχή και των παιδιών πάντα μετά το πέρας του Σχολείου περιμένοντας εναγωνίως τα κόλιαντα ή κόλιντα. Στις 23 Δεκέμβρη από τα μεσάνυχτα ακόμη αρχίζουν τα παιδιά να γυρίζουν παρέες–παρέες (μόνο τα αγόρια ) από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας ‘’ κόλιντα ‘’ και οι νοικοκυρές τα υποδέχονταν με χαρά.Τα κερνούσαν παραδοσιακά γλυκά , κάποιο κέρμα ( δεκάρα , εικοσάρα , ή μισή δραχμή ανάλογα με τη συγγένεια ) , ένα ξυλοκέρατο ένα κόλιντο ( μικρό κουλούρι ) που το περνούσαν σ΄ ένα ξύλο σκαλισμένο. Ο δε νοικοκύρης πολύ πρωϊ έπαιρνε τη μασιά και χτυπούσε στα κάρβουνα λέγοντας , τσι , τσι τσι , καλωσήρθητι στα κόλιντα ‘’.

Την ίδια μέρα έσφαζαν και τα γουρούνια που τα έτρεφαν όλη τη χρονιά ( όχι ευχάριστη ανάμνηση ).Αυτός που το έσφαζε λεγόταν χαμάμης , αφού πρώτα έβαζε αλάτι στα γόνατα του ζώου και το θυμιάτιζε , έχοντας από τη νοικοκυρά τη δέουσα περιποίηση. Το κρέας ( πολύτιμο απόκτημα για την οικογένεια ) αποθηκεύονταν ως καβουρμάς , ως παστά κομμάτια , ως λίγδα ( στέρεο λίπος ) , ως λουκάνικα που εξασφάλιζαν για ένα διάστημα τη διατροφή.
Το βράδυ της 24ης Δεκεμβρίου γινόταν της Παναϊάς το τραπέζι ή τα εννιά φαϊά για τη γέννηση του Χριστού .
Αυτή τη νύχτα έτρωγαν , κάτω σε μια μισάλα ( υφαντό τραπεζάκι ) κι όχι στο σοφρά ( πολύ χαμηλό στρογγυλό τραπεζάκι ) εννιά διαφορετικά φαγητά με το Χριστόψωμο στο κέντρο.

Ηταν ψωμί με το σχήμα του σταυρού πάνω του , διακοσμημένο με σουσάμι , καρύδια και ζαχαρωτά. Ολα τα μέλη της οικογένειας με τη σειρά έκοβαν με το δεξί χέρι ένα κομμάτι λέγοντας « Χριστός γεννιέται » αφού οι άντρες έπιναν ένα ποτηράκι ρακί , στη συνέχεια ο νοικοκύρης τραβούσε τρείς φορές τη μισάλα με τα φαγητά κι έλεγε : ‘’ όπου σέρνητι η μισάλα έστσι σέρνιτι κι του μπιρικέτι ( προκοπή , πρόοδος ) κι όπου είνι η μισάλα γιμάτι φαϊά έτσι να είνι κι του σπίτ γιμάτου σουδειά ‘’

Αυτό το βράδυ άφηναν στρωμένη τη μισάλα για να φάει κι ο Χριστός με αναμμένο το τζάκι για να ζεσταθεί. Επίσης θυμιάτιζαν τα φαγητά , τη νίσβα ( σταύλος ) και το μαντρί ( στάνη ). Ανήμερα Χριστουγέννων πολύ πρωϊ (5 ηώρα) πήγαιναν όλοι στην Εκκλησία όπου έπαιρναν τη μεταλαβιά ( θεία κοινωνία ). Οταν γυρνούσαν έτρωγαν τηγανισμένο κρέας ( τηγανιά) και γκιβέτσι αφού προηγούνταν η μπάμπω(το στομάχι του ζώου γεμισμένο με ρυζι, μπαχαρικά, κρέας….)

Μετά το φαγητό κατέβαιναν όλοι στην Πλατεία του Χωριού και με αυτοδίδακτους συγχωριανούς μουσικούς με γκάϊντα ( όπως ο Πατέρας μου Απόστολος Γκάγκαλης ) χόρευαν και τραγουδούσαν όλοι μαζί με παραδοσιακά τραγούδια και χορούς.Η Μάνα μου Ασημίνα πάντα πρώτη στο χορό.

Αυτό το πανηγύρι κρατούσε επι τρείς μέρες μέχρι το σούρουπο και το βράδυ οι γέροι γύριζαν από σπίτι σε σπίτι , έδιναν ευχές λέγοντας «Χριστούγεννα Χριστούγεννα ο Χριστός μας εγεννήθι και αναθρέφητι μι μέλι και μι γάλα του μέλι τρων οι άρχοντες το γάλα οι αφεντάδες και το μελισσουβότανου του τρών τα παλικάρια »

Ο κύκλος έκλεινε με γέλια κι αστεία ….όπως : « Απου κεί απάν απ τη βλαχιά κατιβαιν ένας πασάς χαρτί βαστάει στα χέρια του , καλαμάρι στη τσέπη του. Του χαρτί γράφει κι λέει : σήκουτι γέροι να πέσιτι ( κοιμηθείε ) κι γριές να γνέσιτι ( κλωστή που γίνεται από έριο ). Τ΄ακούει κι μια γριά γύριψι να παντρευτεί ,Βάζει δόντια απου κρανιά ( είδος δέντρου ) κι απ΄ του αλόγου νι ουρά μαλλιά ….Στου καρούτι ( ταϊστρα ζώων ) γυαλίζουνταν ( καθρεφτίζονταν ) κι πάλι δεν αρέζουνταν ( δεν της άρεσε το είδωλό της ).

Για μας τα παιδιά όλα αυτά ήταν ένα πανηγύρι , ένα παραμύθι , ένα όνειρο που δεν έσβησε όμως ποτέ και οι γλυκές αναμνήσεις του ξεπηδούν τέτοια εποχή , δίνουν χρώμα , φώς , νοσταλγία , ταξιδεύοντας πίσω στη νιότη….Φτωχικά μεν , αλλα αληθινά , ζεστά , ανθρώπινα. Εννοιες που δυστυχώς το πνεύμα της σύγχρονης εποχής συμπαρασύρει κι απομακρύνει όλο και περισσότερους ανθρώπους από το βαθύ , ουσιαστικό , αληθινό νόημα των ημερών.

Καλές Γιορτές

ΥΓΕΙΑ-ΕΙΡΗΝΗ-ΑΓΑΠΗ-ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ

Σχολιάστε

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.