Η λήξη του β΄ παγκοσμίου πολέμου – Γράφει ο ‘Μακρυγιάννης’



 

Η 8η Μαΐου, ημέρα κατάληψης του Βερολίνου, έχει καθιερωθεί στην Ευρώπη ως ημέρα μνήμης της λήξης του Β΄ μεγάλου πολέμου του 20ού αιώνα. Βέβαια ο πόλεμος συνεχίστηκε μέχρι τον Αύγουστο, οπότε συνέβη το συγκλονιστικό συμβάν της ολοκληρωτικής καταστροφής δύο ιαπωνικών πόλεων με την ρίψη των δύο πρώτων ατομικών βομβών, συμβάν που ανάγκασε την Ιαπωνία να συνθηκολογήσει (2 Σεπτεμβρίου). Η καθιέρωση της 8ης Μαΐου ως ημέρας μνήμης μαρτυρεί την παντελή αδιαφορία μας για το συνεχισθέν επί τρίμηνο μαρτύριο των λαών της Άπω Ανατολής. Ο καθένας ανακουφίζεται όταν λαμβάνει πέρας η δική του δοκιμασία.

Αποτελεί πάγια συμπεριφορά των νικητών να επιβάλλουν την άποψή τους επιρρίπτοντας την ευθύνη για όλα τα δεινά του πολέμου στους ηττημένους. Έτσι κατ’ έτος στους λόγους, που εκφωνούνται, οι πάντες αναμασούν την καταδίκη του ολοκληρωτισμού, αναπέμπουν κάποια ευχολόγια για επικράτηση διαρκούς ειρήνης και επανέρχονται στην πληκτική ή καταπιεστική καθημερινότητα.

Καλό είναι, αν θέλουμε να διδαχθούμε, να αναλύουμε τα συμβάντα σε βάθος χωρίς στερεότυπα και προκαταλήψεις. Ποια τα αίτια του πολέμου; Είναι η ναζιστική ιδεολογία του ακραίου ολοκληρωτισμού και το όνειρο μιας ομάδας ανθρώπων να καταστήσουν τη Γερμανία κυρίαρχο στον πλανήτη; Αναγνωρίζουμε όλοι ότι ο γερμανικός είναι πειθαρχικός λαός, σέβεται τους νόμους και αισθάνεται την υποχρέωση να εκτελεί τις διαταγές, που του υπαγορεύονται εν καιρώ πολέμου. Αυτό άλλωστε υποστήριξαν όσοι οδηγήθηκαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου ως εγκληματίες πολέμου.

Είναι επιφανειακή η ανάλυση, όταν περιορίζεται σ’ αυτές τις διαπιστώσεις, που βέβαια υπερτονίζονται από πλευράς των νικητών. Η Γερμανία του μεσοπολέμου ήταν χώρα, ο λαός της οποίας υπέφερε τρομερά λόγω της φτώχιας. Και η φτώχια οφειλόταν στους επαχθείς όρους, που είχαν επιβάλει οι νικητές του Α΄ παγκοσμίου πολέμου. Της είχαν αποσπάσει τις αποικίες της στην Αφρική, στερώντας τη βιομηχανία της από πρώτες ύλες, είχαν αποκλείσει τα γερμανικά προϊόντα από τις αγορές, τις οποίες ήλεγχαν, είχαν επιβάλει υπέρογκες πολεμικές αποζημιώσεις στους ηττημένους. Ο γερμανικός λαός πέρασε μεγάλη δοκιμασία επί έτη στερούμενος ακόμη και τα στοιχειώδη για τη διατροφή του. Είναι αρκετά τα προαναφερθέντα, ώστε ένας λαός να συρθεί πίσω από ανθρώπους, που αποδείχθηκαν ειδεχθείς εγκληματίες, και να αποδεχθεί την ιδεολογία του θανάτου; Ας μη σπεύσουμε να αποκριθούμε ότι ο γερμανικός λαός είναι ιδιάζων και ίσως άλλος λαός δεν θα είχε διαπράξει τα εγκλήματα, που αυτός διέπραξε, καθώς βέβαια ένοχοι δεν υπήρξαν μόνον όσοι κάθισαν στα εδώλια με την κατηγορία των εγκληματιών πολέμου, αλλά πολλοί περισσότεροι. Η εκδήλωση αυτής ή άλλης συμπεριφοράς δεν είναι απόρροια της κληρονομικής μας ουσίας, αλλά της παιδείας. Ο γερμανικός λαός είχε καλλιεργηθεί επί μακρόν με το σύνθημα «Η Γερμανία υπεράνω όλων»! Δεν ήσαν λίγοι εκείνοι, που επιδοκίμαζαν τα γραφέντα περί υπερανθρώπου από τον τραγικό παράφρονα Νίτσε. Για να επιβληθεί όμως λαός επί των άλλων ασφαλώς πρέπει να ασκήσει βία. Αυτή ασκείται με δύο τρόπους, εμφανώς ή αφανώς. Αν εξετάσουμε τους αντιπαραταχθέντες στον ναζιστικό ολοκληρωτισμό, θα παρατηρήσουμε ότι όλοι τους υπήρξαν υπέρμαχοι της χρήσης βίας, στο εσωτερικό και στις χώρες της Βαλτικής και Φιλλανδία η ΕΣΣΔ και στις αποικίες οι Αγγλία και Γαλλία. Μεταπολεμικώς στο έπακρο βίαια δείχθηκε η σύμμαχός τους ΗΠΑ με αποκορύφωμα τη χρήση βίας στον πόλεμο του Βιετνάμ. Τα περί προασπίσεως των ελευθεριών λεγόμενα από τις ισχυρές δυτικές χώρες είναι φθηνή προπαγάνδα.

Υπό τις συνθήκες που επικρατούσαν στη Γερμανία, όταν το ναζιστικό κόμμα ανέλαβε την εξουσία με γνήσιες εκλογές, ήταν αναπόφευκτο να κερδίσει την εμπιστοσύνη του λαού, που υπέφερε, δίνοντας την υπόσχεση ότι θα τον θρέψει και θα οδηγήσει τη Γερμανία στη δόξα. Σημαντικά είναι τα ερωτήματα, που ακολουθούν. Τί έκαναν οι ισχυροί νικητές του Α΄ μεγάλου πολέμου; (η Ρωσία, η μετέπειτα ΕΣΣΔ είχε αποχωρήσει). Έπρεπε να επέμβουν, για να επαναφέρουν τη δημοκρατία στη χώρα; Μπορούσαν; Ήθελαν; Εν πολλοίς επαναπαύθηκαν με την αξιοποίηση των τεραστίων κοιτασμάτων πετρελαίου, που είχαν αποσπάσει από τους ηττημένους Οθωμανούς, με τη δική μας βοήθεια, καθώς αναλάβαμε τον ρόλο του χωροφύλακα στη Μικρά Ασία, μέχρι να σταθεροποιήσουν οι Αγγλογάλλοι την κυριαρχία τους στη Μέση Ανατολή. Δεν αντιλαμβάνονταν όμως αυτοί ότι το καθεστώς διέγειρε τον γερμανικό λαό σε πολεμική ετοιμότητα και συνάμα εξοπλιζόταν; Δημόσιες παρελάσεις έδειχναν περίτρανα ότι η πολεμική μηχανή ετοιμαζόταν για λειτουργία και η προπαγάνδα και ο φανατισμός διαπότιζαν τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού. Πίστευαν μήπως ότι ο Χίτλερ θα στρεφόταν κατ’ αποκλειστικότητα κατά του εχθρικού προς τον εθνικοσοσιαλισμό κομμουνισμού; Αλλά ούτε η ανίερη συμμαχία, η γνωστή από τους υπογράψαντες το σύμφωνο αρμόδιους υπουργούς Μολότωφ και Ρίμπεντροπ κίνησε υποψίες; Κάποιοι κατηγορούν τους ηγέτες των νικητών για ολιγωρία. Αρκεί αυτό να ερμηνεύσει τα πάντα;

Σημαντικότερο είναι το ακόλουθο ερώτημα: Πού βρήκε το ναζιστικό καθεστώς τα χρήματα και μάλιστα σε αφθονία, ώστε να οργανώσει την τρομακτική μηχανή, ενώ ο γερμανικός λαός σχεδόν λιμοκτονούσε; Απάντηση στο ερώτημα αυτό αποφεύγεται τεχνηέντως να δοθεί.  Το 1930 δημιουργήθηκε η τράπεζα των «Διεθνών διακανονισμών» με έδρα την Ελβετία από τον τότε διοικητή της τράπεζας της Αγγλίας Montagu Norman και τον Γερμανό ομολόγο του Hjalmar Schacht, μετέπειτα υπουργό Οικονομικών του Χίτλερ. Σκοπός της τράπεζας ήταν η διακίνηση των πολεμικών αποζημιώσεων, που είχαν επιβληθεί στην Γερμανία, μετά το τέλος του  A’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η τράπεζα αυτή διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη χρηματοδότηση του Χίτλερ, ευθύς μετά την άνοδό του κόμματός του στην εξουσία, και δεν έπαψε να τον ενισχύει οικονομικά. Δεν έπεσε αυτό στην αντίληψη των Αγγλογάλλων; Με την έναρξη του πολέμου σ’ αυτήν την τράπεζα οι ναζιστές κατέθεταν τον χρυσό που άρπαζαν από τις κατακτημένες χώρες, μάλιστα απαίτησαν και επέτυχαν να μεταφερθεί στη «φιλική» τους τράπεζα και ο χρυσός της Τσεχοσλοβακίας, που φυλασσόταν στην τράπεζα της Αγγλίας! Ούτε αυτό προβλημάτισε τους ιθύνοντες της βρετανικής αυτοκρατορίας; Ακόμη και τα χρυσά αντικείμενα των θυμάτων στα κρεματόρια, κυρίως Εβραίων, (δόντια, ωρολόγια και άλλα) κατατίθεντο στην τράπεζα αυτή και μετατρέπονταν σε ελβετικά φράγκα, που πιστώνονταν στον λογαριασμό των S-S!

Αν ο Γκουντέριαν δεν ελάμβανε διαταγή από τον Χίτλερ να ανακόψει την κεραυνοβόλο επίθεση κατά του συμμαχικού στρατού, που ήταν εκτεθειμένος στις ακάλυπτες ακρογιαλιές της Δουγκέρκης, θα τον είχε διαλύσει ασφαλώς. Άλλη ίσως τότε θα ήταν η τροπή του πολέμου και δεν καυχώνταν οι Άγγλοι για το «κατόρθωμα» να τους διεκπεραιώσουν όλους στο νησί τους. Ποιος κυβερνά αυτόν τον πλανήτη; Μήπως κάποιοι ήθελαν τη σύγκρουση και την επιδίωξαν αποκοιμίζοντας ή διατάσσοντας τους αντιπάλους της Γερμανίας να αδρανήσουν μπροστά στον εμφανέστατο κίνδυνο; Τελικά ο πόλεμος παρατάθηκε επί τέσσερα και πλέον έτη, οπότε μεγάλα μέρη της Ευρώπης και της Ασίας σωριάστηκαν σε ερείπια, ώστε όλες οι χώρες, μετά τη λήξη του πολέμου, να έχουν ανάγκη δανεισμού για τις επανορθώσεις των ζημιών. Είναι αστείο να διαχωρίζονται οι συμμετέχοντες σε πόλεμο σε νικητές και ηττημένους. Όλοι είναι ηττημένοι και υποχείρια των δανειστών.  Ουδείς θέτει το ερώτημα: Γιατί οι χώρες να δανείζονται από ιδιωτικές τράπεζες; Πώς αυτές παραμένουν αλώβητες στον ορυμαγδό του πολέμου. Αρκεί ως εξήγηση ότι βρίσκουν καταφύγιο στην υπεράνω πάσης υποψίας Ελβετία; Δεν θα μπορούσαν οι νικητές να ζητήσουν έρευνα της τράπεζας «Διεθνών διακανονισμών»; Γιατί δεν το έπραξαν;

Την πλέον σοβαρή και αξιόλογη κριτική του πολέμου παραθέτει ο Αλμπέρ Καμύ στο έργο του «Ο επαναστατημένος άνθρωπος»: «Όταν ο ΄Αγγλος δημόσιος κατήγορος (σ.σ. στη δίκη της Νυρεμβέγης) παρατηρεί ότι από τό Μάιν Κάμπφ (τό ιδεολογικό κείμενο του Χίτλερ) ο δρόμος οδηγούσε ολόισια στούς θαλάμους αερίων του Μαϊντάνεκ, θίγει το ουσιαστικό θέμα της δίκης, δηλαδή την ιστορική ευθύνη του δυτικού μηδενισμού, πού όμως ήταν το μόνο πού δεν συζητήθηκε στη Νυρεμβέργη για ευνόητους λόγους. Δεν μπορείς να διεξάγεις μια δίκη διακηρύσσοντας τη γενική ενοχή ενός πολιτισμού. Δίκασαν μόνο τις πιο κραυγαλέες στην επιφάνεια του πλανήτη πράξεις».

Και οι κραυγαλέες πράξεις επαναλαμβάνονται ατιμώρητες βέβαια, καθώς ναι μεν και οι νικητές εμφορούνται από την ίδια μηδενιστική ιδεολογία, είναι όμως προσεκτικοί, ώστε να μη φθάνουν σε ακρότητες, που αμαυρώνουν την εικόνα τους, την εικόνα των υπερμάχων των πανανθρώπινων ιδανικών!

«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»

 

Ένα σχόλιο στο άρθρο “Η λήξη του β΄ παγκοσμίου πολέμου – Γράφει ο ‘Μακρυγιάννης’

Σχολιάστε

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.