Άρθρο του Αντώνη Σιαμπανόπουλου για τη διαγραφή ή μη του συνόλου των προσαυξήσεων των οφειλών με το νέο νόμο για τις 100 δόσεις



Του Αντώνη Σιαμπανόπουλου, Οικονομολόγου-Λογιστη Φοροτεχνικού:

Διαγράφεται τελικά το σύνολο των προσαυξήσεων των οφειλών  με το νέο νόμο για τις 100 δόσεις ή όχι;

Με το σχέδιο νόμου που κατέθεσε η Κυβέρνηση για τη ρύθμιση των 100 δόσεων αντιμετωπίζονται με ευνοϊκότερο τρόπο από κάθε άλλη φορά στο παρελθόν, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές φόρων των φορολογουμένων προς το ελληνικό δημόσιο. Κύριο χαρακτηριστικό των ρυθμίσεων αυτών είναι το μεγάλο ποσοστό των προσαυξήσεων που διαγράφεται εάν ο οφειλέτης επιλέξει οποιοδήποτε πακέτο δόσεων κάτω των 100, φτάνοντας και στην διαγραφή του συνόλου των προσαυξήσεων εάν καταβληθεί εφάπαξ το ποσό του κύριου φόρου.

Όμως τι θεωρείται και τι περιέχει ο λεγόμενος κύριος φόρος;

Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις ελέγχου των επιχειρήσεων από τη φορολογική αρχή για κάποια φορολογική περίοδο(συνήθως αυτοί οι έλεγχοι πραγματοποιούνται μετα από 6-10 χρόνια) συνήθως προκύπτουν φορολογικές διαφορές.

Όταν η  φορολογική αρχή διαπιστώσει οποιαδήποτε φορολογική διαφορά. στη φορολογία εισοδήματος και το ΦΠΑ, καταλογίζονται  υπέρογκα πρόσθετα ποσά σε βάρος των φορολογούμενων. Βεβαιώνεται όχι μόνο η διαφορά του κυρίου φόρου, την καταβολή του οποίου ο φορολογούμενος απέφυγε, αλλά και πρόσθετοι φόροι και προσαυξήσεις λόγω ανακρίβειας, υπολογιζόμενοι σε ποσοστό επί του προκύπτοντος κύριου φόρου. Οι πρόσθετοι αυτοί φόροι ανέρχονται σε ποσοστό 2% επί του προκύπτοντος κύριου φόρου και σε 3% επί του Φ.Π.Α., για κάθε μήνα καθυστέρησης από το χρόνο που ο φορολογούμενος όφειλε να καταβάλει τον οφειλόμενο φόρο, με ανώτατο όριο προσαυξήσεων το 120% του κύριου φόρου.

Αυτά τα ποσά τόσο του κύριου φόρου όσο και των προσαυξήσεων βεβαιώνονται στο τέλος ως βασική οφειλή και γι αυτές τις προσαυξήσεις  από το σχέδιο νόμου δεν προβλέπεται καμία απολύτως απαλλαγή ή διαγραφή κατά την εξόφλησή τους είτε εφάπαξ είτε σε δόσεις

Για παράδειγμα  σε έλεγχο για τη χρήση του 2001 προέκυψαν τα παρακάτω: H επιχείρηση καταχώρησε δαπάνες επαγγελματικών ταξιδιών ύψους 10.000 ευρώ και εξέπεσε ΦΠΑ ύψους 2.300 ευρώ. O φορολογικός έλεγχος απέρριψε τις παραπάνω δαπάνες και καταλόγισε   φόρο εισοδήματος  (10.000*35%)= 3.500 € και πρόσθετο φόρο ανακρίβειας 3.500*120% = 4.200€. Ταυτόχρονα καταλογίζει φπα 10.000*23%= 2.300€ και πρόσθετο φόρο ΦΠΑ 2.300*120%=2.760 €. Δηλαδή για δαπάνες 10.000 € στην επιχείρηση βεβαιώνονται  κύριοι φόροι 5.800 € και πρόσθετοι φόροι 6.960€ ήτοι συνολικά 12.760€.

Ισχύει δηλαδή το παράλογο, να απαιτείται κύριος φόρος 100€ και προσαυξήσεις 120€. Πρόκειται για κατάφορη αδικία καθώς εν πολλοίς οφείλεται στην αδυναμία της πολιτείας να επιτελέσει εγκαίρως το ελεγκτικό της έργο.

Μια δραστική μείωση αυτών των προσαυξήσεων με προϋπόθεση την εφ απαξ καταβολή του κύριου φόρου πιστεύουμε ότι θα βρει πρόθυμους τους οφειλέτες να αποδεχτούν μια συμβιβαστική λύση, για όλες τις υποθέσεις που βρίσκονται είτε στη διαδικασία εξέτασης από την επιτροπή (ενδικοφανούς προσφυγής)  είτε στις δικαστικές αίθουσες. Ιδιαίτερα για τις βεβαιωμένες αλλά ανείσπρακτες  οφειλές από τις Δ.Ο.Υ., που περιέχουν τέτοιες προσαυξήσεις, η ανταπόκριση θα είναι ακόμα μεγαλύτερη.

Σχολιάστε

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.